ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΑΝΤΖΗΣ
Oικογενειακό Τραπέζι
«Skal» [μία φωνή και μετά πολλοί μαζί, δυνατά· δις]
Το βλέμμα ανάμεσα στα υψωμένα ποτήρια
πάνω, μάλλον, από τις φλόγες τον κεριών
(η γωνία παρατήρησης δεν βοηθάει)
παραβλέπει τις διασταυρούμενες ευχές
Γλύφει το θολό περίγραμμα των παντζουριών
Εστιάζει, πού; όχι στις χιονισμένες λάμπες πυράκτωσης σε σχήμα αστεριού
Καθώς τα όνειρα επιμένουν να είναι η ονοματολογία τους
Σε παρακαλώ, θέλω να μάθω περισσότερα
Ας εξαφανιστούμε, αλλά ας πάρουμε μαζί μας όλη την αισθηματολογία
Αφού μοιάζει με μαγνητικό βόρειο πόλο
Ελαφρώς να αποκλίνει από τον στόχο
Ίσως δεν έπρεπε ούτε ονόματα να δώσουμε
Εάν είχαμε ξεκαθαρίσει με τα δίπολα
(που δημιουργούν λογοπαίγνια)
Ενώ αυτή η μορφή που ξεκόλλησε από τις υπόλοιπες
φέρει και τα σχήματα που την εξελίσσουν
Και δεν επιτρέπονται οι σοφίες
(για τον απλό λόγο ότι δεν καλύπτουμε σοφίες πίσω από ημερολόγια)
Διακρίνουμε μόνο το «ημερολόγιο» και τις «σοφίες» πίσω τους
Και αναγκαστικά τις οργανικές παραφυάδες τους
Χρονική στασιμότητα , στομαχικές διαταραχές, διαστολή της κόρης
Tετριμμένη καύσιμη ύλη της πρώτης παράτολμης ενέργειας
Τρυπάς ένα μεσογειακό ζαρζαβατικό (τουρσί)
Πετάγεται ένα κόκκινο και ένα πράσινο
εξασθενημένα αλλά διακριτά χρώματα
Γυρίζεις το πιάτο, τρως εικονικά από πάνω, βλέπεις τον εαυτό σου σε κάτοψη
Στοιχηματίζεις ότι ξέρει ο πανόπτης θεατής
ποια ουσία θα ανασηκώσεις εσύ (ή ο εαυτός σου)
Σκέφτεσαι ότι δεν είναι απίθανο κάποιος να παρακολουθεί την σκηνή αδιάφορος
Καταγράφεις τις ερωτήσεις όπως απεικονίζονται (ή όπως ξεδιπλώνονται)
Και προφανώς συνεχίζουν όλοι να τρώνε κανονικά
Διότι «δεν υπάρχει ψυχολογία» [τρις]
Και στην θέση της μεταφυσικής προβολής έχει απομείνει μία μαύρη τρύπα
Στον λόφο με το ελληνικό όνομα, απόγευμα, βρέχει
Ένας κύριος με σύνδρομο ντάουν φορώντας κουστούμι κρατώντας χαρτοφύλακα
Εμφανίζεται από τους θάμνους
Πενήντα μέτρα μακριά αλλά με την φωνή να ακούγεται σταθερή
ανατριχιαστικά ψιθυριστή
η έκφρασή του –σχήμα λόγου– γρανιτένια
Δεν βλεφαρίζει, οι σταγόνες μένουν στο πρόσωπο
«δεν υπάρχει ψυχολογία»
περνάει το λέει το ξαναλέει χάνεται ακούγεται αμυδρά
Πέρα από τα ζουμιά στο τραπεζομάντιλο πότε είμαστε σίγουροι ότι ζούμε;
Ποιες συγκολλητικές ουσίες χάνονται για πάντα;
αλλά και ως ουσία ποιος διοχετεύει αυτήν την αδέξια συμπεριφορά;
Κάποτε θα ενηλικιωνόταν και θα άκουγε τον S. να λέει ότι τα λόγια είναι πράξεις
και θα διάβαζε τον W. να πλειοδοτεί ότι Εν αρχή είναι η Πράξις
Άρα εν Αρχή ήταν τα λόγια, όχι απαραίτητα ο Λόγος
Η δυτική φιλοσοφία θα έμοιαζε η πιο οικεία οδός όταν είχες απαντήσεις
να πέσεις σαν τον συνομήλικό του στα νερά του Σηκουάνα
και η ανατολική όταν θα είχες ερωτήσεις
Καλύτερη πάντα η παραπληρωματική έρευνα
αφού τελειώσεις με την σιωπή (τοξοβολία, όπερα, ενδοσκόπηση )
ή την κίνηση (σεξ, γρήγορος περίπατος, δοκιμασία ρούχων)
Το πήλινο σκεύος με το αρνάκι και τα ράσμπερυς απομακρύνθηκε
παραδοσιακή συνταγή της νήσου Gotland (τόπος μακρινής καταγωγής)
Την θέση του πήρε μία πράσινη τούρτα από μαρτσιπάν σε ασημένιο δίσκο
Τα πορσελάνινα πιατάκια σε κανονικές αποστάσεις
Το Akvavit ζεσταίνει τις φωνητικές χορδές των συνδαιτημόνων
ανήμερα του Αγίου Νικολάου γιορτή του πατέρα, τραγούδια
Να κατάφερνε να φτάσει σε φήμη τον διάσημο γείτονά του όταν μεγάλωνε
Θεατρικός συγγραφέας, σημαίνων πρόσωπο της πόλης, άμαξα θα τον πήγαινε και θα τον έφερνε
Τις φράσεις του (τις σκέψεις του δηλαδή;)
θα τις χάραζαν εργάτες στο λιθόκτιστο δρόμο της Drottinggatan
Τι υπαινίσσεται συνεχώς η υπονόμευση της θεωρίας από την πράξη;
Έναν τρόπο διαχείρισης ή ξεκάθαρα ότι πρόκειται για δύο διαφορετικές πρακτικές
Δεν γίνεται να μάθουμε, πάντα χρησιμοποιούμε την μία εξ αυτών
(εκτός κι αν πάλι οι αριθμητικές αποστάσεις είναι ανακριβείς)
Αν κρυφτούμε μετά από λίγο καιρό στα πρώτα στάδια της σκέψης
Θα λέμε ψέματα όχι μόνο γιατί δεν περνάει δύο φορές το νερό από το ίδιο σημείο
αλλά γιατί και να περνούσε θα είχε λειανθεί έστω ελάχιστα η κοίτη
Οι λέξεις καταλύουν τις συγγένειες παρόλο που τις λες εσύ στον εαυτό σου
Ο διπλανός σου το καταλαβαίνει και δεν αισθάνεται καλά, κάτι μουρμουρίζει
Και από ό,τι φαίνεται το εννοεί αφού εκείνο που τον πείραξε
Τώρα βγάζει τα υγρά του και κοκκινίζει
Προφανώς η συζήτηση περί λογοτεχνίας
προβάλλεται ως το τελευταίο καπρίτσιο της γιαγιάς βασίλισσας
Ως κάτι που δεν δίνει εικόνα του κόσμου αλλά έλκει κάποιον αν συμπάσχει μαζί σου
Όμως η αρχή οφείλει να αναμετριέται με το «πραγματικό πρόβλημα,
δεν υπάρχει παρά ένα με το οποίο αξίζει να ασχοληθείς»
Άκου, αυτή η φράση «δεν υπάρχει παρά ένα…» ενέχει τόση γοητεία
που μπορεί να σε ικανοποιεί αναπάντητη
δηλώνοντας ότι η αισθητική του νοήματος απηχεί την απόσταση της απάντησης
Αν όμως όλα μοιάζουν με αδήριτο κύκλωμα το επόμενο βήμα είναι εκείνο της παράνοιας
Το φως λιγοστεύει, κοίτα, ή είναι η ιδέα μου – από ποιο ύψος;
Μαύρη Τουλίπα
Η αμαξοστοιχία έζεχνε από τα παιδικά ούρα, τα βρεγμένα παλιοκαιρισμένα ρούχα
την γεροντική μυρωδιά – «τι σφύριγμα ήταν αυτό;» Κανείς δεν ξέρει
γιατί τώρα αυτή η εκδίωξη, τώρα που τέλειωσαν όλα
Και οι άνθρωποι ίσως αναγνωριστούν ως τέτοιοι
πριν οι βολβοί ξαναχωρέσουν στις κόγχες, γιατί αυτή η ονομασία
Στην χειρονομία που λανθάνει όχι ο δόλος αλλά η δειλία
«Δέξου με αυτή την μαύρη τουλίπα τους σπόρους όλων των σεναρίων,
την ανθοφορία μέρους ενός απιχνισμένου μέλλοντος»
όταν οι απόγονοι θα φέρουν τις ενοχές μίας ιδεαλιστικής βλακείας με υλιστικά στρατηγήματα
«Ο κάθε Γερμανός δικαιούται να πάρει μία βαλίτσα 50 κιλών και 100 γκίλτες»
Δεν είμαι επίγονος καμίας πρακτικής εκτός κάποιων ημιτελών συλλογισμών
«Η έλλειψη χιούμορ ήταν ολοκληρωτική στον ναζισμό»
Το δίδαγμα μένει ως παρακαταθήκη, στην καθημερινή συναλλαγή,
στην πλωτή αγορά του καναλιού Singel, με τους χιλιάδες βολβούς
Εκεί στους πάγκους διαγράφονται τα σύμβολα του έρωτα και της ντροπής
«Κράτησε ζεστή δίπλα στο μαξιλάρι σου την δυνατότητα
αλλά συνέχιζε να απομακρύνεις τις μαραμένες φλοίδες, και τα ανούσια γλωσσικά παιχνίδια
Αντικατέστησε τα ουσιαστικά με ρήματα, αντί άλλης “ανυπομονησίας”, “σε περιμένω”
όσο το δυνατόν πιστότερα “σε σκέφτομαι” όχι “σε ονειρεύομαι”
Γιατί ο χρόνος δεν είναι απλώς περιορισμένος αλλά γλωσσικός
και σε αυτή την γλώσσα ακόμη δεν είμαι έτοιμος»
Στις 10 Σεπτεμβρίου 1946, 3 π.μ. καταμεσίς μίας φωτεινής νύχτας
οι διαταγές αντανακλούσαν τις ιδιότητες του κρυστάλλου
Σε μία ώρα όλοι οι εχθροί του έθνους, βάσει του σχεδίου Μαύρη Τουλίπα
θα έπρεπε να είναι έτοιμοι στο κατώφλι των σπιτιών τους
Φορτηγά θα τους οδηγούσαν σε σημεία συγκέντρωσης και κατόπιν στην κεντρική αποβάθρα
Στην ίδια γειτονιά λίγο πιο πέρα στο Νο.19 υπήρχε ένα κτίριο με μια επιγραφή
Vita hominis similis navigante
Όμως, κάποιος σκέφτηκε αντιστραμμένη την πρόταση
Τα ταξίδια των ανθρώπων μοιάζουν με ζωή.
Προφανώς δεν είναι πάντα έτσι
Κάποτε αυτή, ως Tulip noir άξιζε 100.000 γκίλτες (17ος αι. Χάρλεμ, Ολλανδία)
Θα ήταν στην ευχέρεια κάποιου Witt να την κάνει να ευδοκιμήσει στα χωράφια του
και μίας Rosa να τον βγάλει από τα δεσμά του
«Καθώς όμως δεν υπάρχει βάθος εντρύφησε στην επιφάνεια και αποκωδικοποίησέ την
Δεν υπάρχει πλέον η υπομονή να καλλιεργήσω αυτή την τουλίπα στον κήπο μου
Δεν υπάρχει παρά ο συμβολισμός που φέρει και στον παραδίδω».
[Από το προσωπικό ημερολόγιο του Dr Cornelius Van Baerle]
2009
[Τα ποιήματα «Οικογενειακό Τραπέζι» και «Μαύρη Τουλίπα» είναι από την σύνθεση με τον προσωρινό τίτλο Τόποι]
πρόσημα
το μέλλον φυλάσσεται σε αέρια
και διαδρομές κατοπτρικών νευρώνων
ως σκεπτόμενη ύλη σε κυκλικό αστείο;
ως ίωση; ως ίαση; ίσως δεν είναι τόσο κοντά
εκείνη η χάρτα των συνάψεων
(έργο γλυπτικής των σκέψεων)
ως, τέλος της φαινομενικότητας
ως, ταύτιση με το μυστήριο, που συγκινημένος
θα αποκωδικοποιήσει όχι ο προφήτης
ή ο ερωτευμένος, αλλά εκείνος που ψιθυριστά
δοκιμάζει μία γλώσσα μαριναρισμένη
στους αλμυρούς χυμούς και στον φαιό πολτό·
σε βλέπω στον καθρέφτη: δεν το φανταζόμουνα
ότι θα ήμουν έτσι στα 34: επαληθεύτηκα
μόνο στο ντύσιμο και την πολιτική, έτσι
που σε αλλάζω και γίνομαι 43
να μιλάς καθαρά με την κορδέλα στα μαλλιά
και τη μελαγχολία όχι στο βλέμμα αλλά στην κίνηση των χεριών
καθώς συναντιούνται τα δέρματα των δύο ποιοτήτων
με πραγματικό σκοπό μία σκυτάλη μυστηρίου, τι άλλο;
ξέρεις, εκείνη τη μέρα είχαμε τσακωθεί
με τη μητέρα σου, και συ πετάχτηκες από τον ύπνο:
όλες εκείνες οι έννοιες οι έγνοιες δεν έφευγαν με κανέναν
εικονικό έρωτα, μακρινές διαψεύσεις ή συμπάθειες
ήταν καιρός της ερώτησης και της διερώτησης
και της συναναστροφής πολύ πέραν της αισθητικής,
της εικόνας, του υψηλού τόνου, της αδιάψευστης δήλωσης·
τρεις τη νύχτα και η ανάσα μου σταματάει να περάσει η δική σου
και από τα ερμητικά παράθυρα αυτοί/εκείνοι οι υπάνθρωποι ήχοι.
möbius
«Κυρίες και κύριοι βελκόμεν · παρακαλώ ησυχία· όπως βλέπετε, δηλαδή δεν βλέπετε, δεν ξέρουμε αν η ευπειθής μας γάτα είναι ζωντανή ή νεκρή. Τώρα, θά ’θελα κάποιον από το αξιότιμο κοινό να δεχθεί να πληρώσει μια αντεστραμμένη απόδειξη, μια αντιποιητικά κυριολεκτική απόδειξη (ελπίζω όχι κυριολεκτικά αντιποιητική):
Εσείς ωραία μου δεσποινίς, θαυμάσια πλησιάστε: έτοιμη;
αλά ούνο αλά ντούε αλά τρε
(αποκαλύπτεται μία γάτα που συγκροτείται από αμέτρητες φωσφορούχες στιγμές)
Βουαλά! η γάτα ως έρωτας ως φωτόνιο!
αν το παρατηρήσετε μετατρέπεται σε σχήμα (υποχρεωτικά)
αν όχι θα περάσει αριστερά και δεξιά → μέσα σας:
προτιμάτε συνεπαρμένη να ακυρωθείτε ή να το δείτε;
Η αγάπη, αχ η αγάπη δίνεται μετά ερμηνείας αυτού του πειράματος μπροστά σε καθρέφτη
με εξαγόμενο την παρατήρηση του παρατηρητή – δεν είναι λίγο
αν ερωτοτροπείτε με την γνώση που ήδη κατέχετε
γνωρίζετε ήδη ένα κροσέ της βούλησης στη νόηση
Ποιος μπορεί όμως να δει από μέσα, ας πούμε
το αντεστραμμένο είδωλο: κανείς
αφού, για να χει κάτι νόημα κάτι άλλο δεν θα πρέπει να έχει καθόλου
και για αυτό δεν είμαστε καθόλου σίγουροι μα σερί
Εκτός αν η γάτα είναι και ζωντανή και νεκρή!»
0 →1
το σώμα σε έκταση, ο εγκέφαλος δίπλα
(έρχονται πολύ κοντά καθώς το στόμα μιλάει)
στην οθόνη προβάλλονται οι έννοιες
ως ρύσεις μίας αυτοαναφλεγόμενης ύλης
που κατεβαίνει σε άπειρους σχηματισμούς
και δεν σκληραίνει ποτέ: είτε εκβάλει σε άλλες κοίτες
είτε εξαφανίζεται αφήνοντας μόνο κάτι
μικρές χαρακιές πάνω/μέσα στον φλοιό
εσύ, θαλασσοπόρε άλλων θαλασσών
όχι, πάντα θα υπάρχουνε ταξίδια
μην στεναχωριέσαι που έχασες την γοητεία των αποικιών
με τα κοντά παντελόνια στο χρώμα της άμμου και τις βαλίτσες
να περιμένεις ακόμη κοιτάζοντας στους διαδρόμους
τις προσγειώσεις και τις απογειώσεις της καθημερινότητας
για αυτό που σου δόθηκε χωρίς οδηγίες χρήσεως
μόνο με κάτι βλακώδεις επιταγές δεν μένει παρά να είσαι πιονιέρος
διφυής, να ριμάρεις ανάμεσα σε προϊόντα
που προσπαθούν να λιμάρουν την ορμή σου
να βρίσκεις τον δρόμο σου ενώ ξέρεις ότι έχεις μόνο 10' διάλειμμα
να κάνεις εκείνο το άλλο το παράλλο
παράλληλα συγκροτημένος ασυγκέντρωτος
– τον ντούο σεντρίνο που χλευάζεις, το πύον
της στιγμής που σπας και το ποϊόν βγάζεις –
και αν η ανταλλαγή των αγαθών ξοδεύει την κίνησή σου
υπάρχει ο αυτόματος πιλότος, η μέγιστη διαχείριση μπαταρίας
λοιπές μεταφορές και αηδίες που αναλογούν στην περίσταση μας:
ενώ η ζωή ως χόμπυ είναι λίγη ως χομπ μπάστερ δεν γίνεσαι ζόμπι;
χρόνος μπροστά σε ράφια και χρόνος για αποσαφηνίσεις
για παρεξηγήσεις και υποχωρήσεις, τόσος χρόνος, πού;
τρέχεις να κατανοήσεις τα συντριπτικά κατάγματα
που επέφεραν τα ευφυή θηλαστικά τον τελευταίο αιώνα
στη γλώσσα τους και την φυσική τους:
να το συνδέσεις με την συνέχεια
και την πνευματική εκζήτησή τους
– συνιστά, και τι είδους επίτευγμα η επίγευση χιλιάδων ουσιών
τι είδους ουτοπία η ζωή με αδιαμεσολάβητες αλήθειες; –
τι κάνεις αφού όλοι θέλουν να ζήσουν κάτι
που πραγματικά θεωρούν ότι αξίζει αφού πρώτα κάποιος το έχει ζήσει
δημιουργείς το κενό του και αξιολογείς τις υποψηφιότητες
ή είσαι πάντα έτοιμος να πεις όλα ήταν κενά, πες το τώρα
υπάρχει πάντα μία ευκαιρία, καθώς νιώθεις σιγά σιγά να παρεισφρύει αυτό
στην σπονδυλική σου στήλη και να σε ανατριχιάζει
και συ συνεχίζεις να παρκάρεις και να τσακώνεσαι
για την εξοικονόμηση χώρου/χρόνου για την ανοικοδόμηση
μίας περσόνας, για την αναδόμηση όλων των αιτιών
που σε κάνουν και μετανιώνεις ενώ διαφαίνεται στο βάθος
ό,τι δεν υπάρχει χωρίς αναστροφές
κι αρχίζει να σε πιάνει εκείνο το ακατάστατο αίσθημα
να τα πεις όλα όπως-όπως όπως να’ναι
ενώ ξέρεις, την κάθε λέξη πρέπει να την πάρεις από ένα χαρμάνι
που περιέχει ταυτόχρονα όλα τα υλικά
και έχεις μία και μοναδική ριξιά τη φορά
ή τουλάχιστον έτσι ξέρεις αλλά το ξεχνάς, μπερδεύεσαι
χάνεις το αρχικό σχέδιο, τα χέρια σου αρχίζουν να μουδιάζουν
τσιμπιέσαι δεν κοιμάσαι, κοιμάσαι δεν τσιμπιέσαι δεν έχει σημασία
φαίνεται ξεκάθαρα (σε ποιον;) ότι μιλάς για κάποιον απομακρυσμένο ουρανό
και μια εξελικτική προσαρμογή σε άλλους τόπους!
ψέμματα! σταμάτα! υπάρχει πάντα μια παροντική στιγμή
να πάρω το μωρό μου αγκαλιά που ξύπνησε και κλαίει
σε ένα άγνωστο άγνωστο δεν έχεις περιθώρια πια
να διορθώσεις τη ρεύση με εκκούσια τινάγματα:
πειράγματα: ως πείραμα οι λέξεις: το πιο εύκολο πράγμα
αλλά δεν πρέπει να υποκύψεις στην ευκολία
να πεις είναι το σπίτι μου μην με ξεσπιτώνεται:
βέβαια, βέβαια, έχω ξεχάσει ότι οι φίλοι και οι γονείς…τίποτα…τίποτα
πλαισιώνουν άλλους φίλους και άλλους γονείς κ.ο.κ εξής·
έλα μωρέ: οι αποδεδειγμένες αμφισημίες του σήμερα
εναντιώνονται σε μία απλώς δραματική πρόσληψη, όχι;
η αποπροσωποποίηση: μία παρωχημένη τεχνική − ευνοείται η πολυφωνία:
υλικό μιας δυσδιάκριτης φούγκας μέσα στην απομαγευμένη χάβρα!
καταστάσεις επαλληλίας παραβγαίνουν με τις προσδοκίες σου
και ό,τι μένει πίσω είναι ρίγη που δεν αποθησαυρίζονται
οι δυνατότητές σου ανοίγονται δραματικά όχι γιατί ανέστειλες μια επιλογή
αλλά γιατί δεν υπάρχει κανένας λόγος να επιλέξεις
− καρτ ποστάλ 1: λαχανιασμένη ανάμεσα σε νοτισμένα γοτθικά κτίρια,
2: κόκκινος ουρανόςκίτρινα σπίτιαμαύρα νερά 3.βιόλα ντα γκάμπα
ενώ σε οριακές περιπτώσεις θέλεις να τα κάνεις όλα ή τίποτα
εσύ προτιμάς να μιλήσεις για σένα και για κείνο
όπως εκείνο θα μιμηθεί εσένα και το ίδιο!
όμως δεν γίνεται να ξεφεύγεις από την ατονική πραγματικότητα
(μία κίνηση μποσανόβα για τα ευσυγκίνητα μάτια σου)
με έναν λυτρωτικό ρυθμό: θα πληγωθείς εκτός κι αν
συμβάλλεις στην μέγιστη τέχνη του ανοικτού τέλους
που δεν θέλεις το ποίημα απλώς να έρθει να τελειώσει
θέλεις καθώς φεύγει κι έρχεται συνέχεια να τελειώνει
να κυκλοφορεί ως ολόγραμμα στον κήπο σου
μαζεύοντας δενδρίτες από ύλη κι αντι-ύλη πάντα ποτισμένους!
ποίηση δεν μπορεί να είναι μόνο ό,τι διαφεύγει της λέξης:
(ήδη αρχίζουν να παραλύουν τα άκρα σου
το αναισθητικό ένα ποτάμι που σε πλημμυρίζει)
ενώ γύρω σου όλα καμπυλώνουν παραβολικές οι βολές σου
για να δεις να πεις να κάνεις να φανεί το τελευταίο όραμα
που δεν προλαβαίνεις να μεταγράψεις
– ο αποσπασμένος εαυτός σου δίπλα κλονισμένος
σε βλέπει να σβήνεις και απλώς σου ψιθυρίζει:
«συγνώμη δεν φταίω εγώ που είμαστε μέρος άλλου μέρους
και συ κατοικείς αυτήν την αφελή πραγματικότητα
αναπαρήγαγες το μυστήριο σου και το ανατρέφεις»
θα ήταν λάθος καταπρόσωπο η δήλωση: μην τo πεις:
ότι εμείς οι ποιητές (ποιοι εμείς; ποιοι ποιητές; τέλος πάντων)
την φέρουμε στους όρχεις μας την πραγματικότητα!
«πάρε/πάρτε αυτό το ποίημα μακριά μου, θα το χαλάσω»
ότι κι αν είναι ότι κι αν μπορεί να είναι
μπορεί ακόμη ο εαυτός να γονατίσει έστω δίπλα του/δίπλα της
(όχι από παρέκκλιση ή στο δρόμο της λύτρωσης)
και να ρωτήσει: αλήθειατώρα πούείναιτοαπίθανοσεόλοαυτό;
2006-2008
[Tα ποιήματα «πρόσημα», «möbius» και «0 →1»
είναι από την υπό έκδοση σύνθεση Bella Boom]
Parmigianino
του Χ.Β < J.A. < F.P.
To χέρι τεντώνεται να φτάσει τον φακό
Το πρόσωπο στιγμιαία παραμορφώνεται
Αν σταματήσει τώρα θα φιλήσει μια υπαρκτή εικόνα
Ποιανού;
Θα σε θυμάμαι πάντα και πάντα.
Θα σε θυμάμαι μετά τον θάνατό μου
Δεν θα περίμενες να εκφραστώ με τέτοιο τρόπο;
Δεν είμαι εγώ αυτός
Eίναι το υποκείμενο αυτού του ποιήματος
Αυτό ζει τώρα όχι τα χέρια και το βλέμμα από πάνω του
Θέλει να βρει πώς να απλώσει το χέρι του
(με τέτοιο τρόπο αυτήν την φορά)
Ώστε
να δώσει όλη την αγάπη του (χωρίς νοιάζεται πόση θέλεις εσύ)
Κι όμως αυτό είναι ένα ιστορικό ποίημα ανάμεσα σε δύο κάτοπτρα.
Aν μπορεί η αγάπη μας να αποτελεί ιστορία.
Είναι πράγμα το άλλο του πράγματος
της Ελένης Βακαλό
Πώς αναμένουμε το πείραμα του CERN
Άλλο ένα φθινόπωρο όπως δεν.
Θα σου αφήσω το χέρι
Καθώς απομακρύνεσαι στο προαύλιο
Και μoιάζoυν με αίσθημα τα μέτρα αυτά
[Τα ποιήματα «ΕΙΝΑΙ ΠΡΑΓΜΑ TO ΑΛΛΟ ΤΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΟΣ» και «Parmigianino» έχουν δημοσιευτεί στην Ανθολογία Νέων Ποιητών Το Καινούργιο Εντός ή Πέραν της Γλώσσας, (Αθήνα: Γαβριηλίδης, 2009)]
Contesse du Château de Cythère
Τροχοδρόμησα όλες τις άμαξες των περασμένων καιρών και άναψα όλους τους φανοστάτες, διέταξα να γυαλιστούν καντηλέρια που σμιλεύτηκαν από γδαρμένα χέρια, δεν θα θελες να δεις αυτά τα πρόσωπα· εσύ συνέχισε να οδηγείς όλα σου τα άλογα· οι κομισάριοι οι δραγουμάνοι οι τελωνοφύλακες είναι οι συντηρητές μας· φτύσε στα πόδια τους ευχαρίστησέ τους και άφησε πίσω το κατώφλι των άρτιων συνάψεων· είναι αληθινές όλες οι αταβικές σου συσπάσεις, οι υγρές μεταπτώσεις σου· στον γκρεμό που σου πρόσφερα έχει περάσει ο καιρός των θυσιών και σε αυτές τις εκφράσεις έχει χαραχθεί η νέα αγωνία· το ξέρω πως σερβίρεις ηδονή και εισπράττεις ηδονοβλεψία την ώρα που οι θύλακες σου καταλαμβάνουν τις αποστάσεις και εγκολπώνονται κάθε υποταγή· ό,τι μας συγκρατεί σε αυτά τα σώματα είναι η επιθυμία μας να μεγεθύνουμε την χειρονομία· σου τείνω αμέτρητα χέρια ίσιωσα όλα τα γύρω λιβάδια και έβαλα φωτιές στις ξερές τους έννοιες· θα αισθανθείς καθώς έρχεσαι να σε υποδέχεται η ανοικτότητα των ζεστών κήπων· σήκωσε απαλά το πελώριο πέπλο σού ανήκουν όλες οι ανέστιες δυνάμεις· αυτά τα μάτια δεν είναι δικά μου και οι τοίχοι έχουν απεκδυθεί την ανθρώπινη ιστορία τους.
Kisses over Paris
Επάνω στην φωτογραφία το τελευταίο σπέρμα άφηνε την ιστορία έκθετη
Οι γονδολιέρηδες θα έκλαιγαν ενώ το Palazzo θα συνέχιζε να βυθίζεται
Deux Magots, Librairie Shakespeare and Co, Les bateaux au Seine
Οι μπροσούρες σκισμένες και ο περίπατος σημειωμένος ως μονοκοντυλιά πάνω στο χάρτη ακίνδυνος ανεμπόδιστος για πάντα απραγματοποίητος
Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί την εξέλιξη και βεβαίως δεν μπορεί κανείς να επικαλείται θρίλερ ή έλλειψη χιούμορ
Αυτή η ιστορία συμπυκνώνεται σε λίγες μόνο στιγμές
Εκτός κι αν στο τόνο των υποσχέσεων και των υπαινιγμών έχει στηθεί ένα plateau και vice versa κυνηγήσεις τον μεγάλο ρόλο που δεν θα έπαιζες ποτέ.
Σε κάθε περίπτωση ξεγυμνωθήκαμε καθώς η γλώσσα έτρεχε στο μέλλον
2006
[Tα ποιήματα « Contesse du Château de Cythère» και «Kisses over Paris» είναι από την ενότητα Venire Versus Venus]
Ποιός μιλάει για μελαγχολία;
εκείνος
που εφόρμησε στα χείλη των βιβλίων
στα υγρά των μαύρων καναλιών
στις πύλες των μουσείων
[-Τι κάνεις, πώςπάει
(Με φωνή έναν-δύο τόνους πιο κάτω)
- Καλά μωρέ.
- Δεν σε ακούω καλά, τι έχεις;
- (Με φωνή που ακούγεται μετά από ανάλυση)
- Μάλλον κατάθλιψη.
- Που γύρισες;
(Με φωνή χωρίς έκφραση,
χωρίς την συνήθη ειρωνεία)
- Όχι, δεν μπορώ να το εντοπίσω∙ έτσι…]
εκείνος
που σηκωνόταν πέντε ή ώρα το πρωί
να διαβάσει Κόπλαντ;
ή όχι
εκείνος
που σηκώθηκε, ε, μια και σηκώθηκε
δεν διαβάζει Κόπλαντ
ή
εκείνος
που σηκώθηκε χωρίς σκέψεις, μόνο
με μία ανησυχία από κάπου να πιαστεί;
“Garbage has to be the poem of our time”
but garbage in the Hague is not visible
Κρωξίματα, ιώδιο, υγρασία,ωκεανός
και πιο κάτω αστικός πολιτισμός
Επιτάχυνση, όλων των εννοιών
(να τι ευχόταν!)
Ήρθε η θεωρία Μ – να εξηγηθούμε
(να τι απευχόταν)
Το Baaden-Bit θα μπορούσε
μα δεν ήταν παρά μια φθηνή/ακριβή λύση
Προσωρινές τουλίπες.
2005 |